31.8 C
Galatsi
Τρίτη, 2 Ιουλίου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Αδιάφορον!

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει η Άννη Νούνεση

    Η Ντάντα, η Τζούλια, η Ολύμπια και η Θάλεια ήτανε αδελφές του Χαρίλαου. Σε ένα από κείνα τα αρχοντικά με τους φαρδιούς διαδρόμους, σ’ ένα από αυτά που είχανε δύο εισόδους, κήπο και σταύλο στο ένα καντούνι και τα σκαλιά με τις ράστες κάτω από τον βαρύ τον μπατιδούρο μένανε.
    Σε ένα από αυτά που τα έπιπλα ήτανε σόφιτσε, βελούδινα, οι καρέκλες Ατάρτ και τα κάδρα του πάπου κρεμασμένα στον διάδρομο.

    “Δεν εγινήκατε πουτάνες γιατί δεν σας εδόθηκε η ευκαιρία” τους έλεγε ο Χαρίλαος και τις έσπρωχνε στο λοντόνι.
    “Κατεβείτε τώρα να κάμετε το γύρο τση πλατείας”, διέταζε όταν έφταναν στο Λιστόν και ύστερα τις παρακολουθούσε από την σέρπα.

    -- Διαφήμιση --

    Η Τζούλια, κατάξανθη με μάτια γκρι πήγε μια μέρα στην Αθήνα να ψωνίσει. Γοήτευσε από την Ερμού ώς το Μοναστηράκι όπου έκατσε και ύστερα παντρεύτηκε.
    “Πότε θα ιδούμε την Ιουλία στους Κορφούς,” ρωτάγανε την Ντάντα, ο κόσμος.
    “Αδιάφορον” τους απαντούσε εκείνη.
    Έλεγε αδιάφορον και έκανε με την δεξιά παλάμη μια κίνηση ανάλογη, για έμφαση!

    “Η Ολύμπια ωραιτάτη και αυτή, ενυμφεύθη εις Πλοέστιον, της Ρουμανίας.
    Στρατιωτική αποστολή έφερε στους Κορφούς έναν Ρουμάνο νέο, νόμπιλε. Την είδε στην πλατεία και α πένα που εσώθηκε το ιμπένιο του, φύγανε αντάμα.

    -- Διαφήμιση --

    Ως Olympia De Polychron, η Ολύμπια, έστελνε γράμματα δακρύβρεχτα. Έτσι η Ντάντα πήρε την άμαξα και το μωρό που είχε κάμει και εταξίδευσε να την ιδεί. 
    “Αλήθεια Ντάντα ο Τάκης επερπάτησε εις Ρουμανίαν”; Ρώτησαν σαν είδαν που γυρίσανε και που κρατούσε η Ντάντα, το παιδί από το χέρι.
    “Ό Ντε Πολικρόν είναι αλήθεια πρίγκηψ;”.
    “Αδιάφορον”, ήτο η απάντησης, σε όλα.

    Η Ντάντα ήτανε κουτσή. Είχε λάβει οξύς ρευματισμούς στα δεκοχτώ. Όταν της έπεσε ο πυρετός, θέλησε να κατεβεί από σπίτι, μα χρειάστηκε να φτιάξει υποδήματα. Έκανε πaραγγελία στου Wilson διαφορετικό τακούνι το ένα από το άλλο για να είναι τα ποδάρια της στο ίσιο.
    “Ω Ντάντα μου, άσχημα που είναι”,  είπανε όταν την είδανε να τα φοράει.
    “Αδιάφορον”, απάντησε αυτή με μούζο ντούρο.

    Η Θάλεια ηυτοκτόνησε. Όμορφη και αυτή, ενυμφεύθη έμπορον με λεφτά, μα βρέθηκε κοντά σε σοβαρή αρρώστια.
    “Φουρκίστηκε ή εφαρμακώθηκε”, ρωτούσανε ψιθυριστά μα από ενδιαφέρον.
    “Αδιάφορον “, τους έλεγε η Αλεξάνδρα και άναβε το σιγαρέτο της.

    Ο Χαρίλαος είχε ήδη παντρευτεί την Τερέζα.
    Η Τερέζα ήταν  αδελφή της Μπάρμπαρας και της Νίνας. Η Μπάρμπαρα είχε παντρευτεί τον Πίπη. Πίπης, Μπάρμπαρα και Νίνα ήτανε κουφοί.
    Ο Πίπης ήταν αδελφός του Κώστα.
    Ο Κώστας ήτανε ο άνδρας της Ντάντας της κουτσής.

    Η Νίνα δεν είχε παντρευτεί. Έμενε μαζί τους, είχανε και ένα γάτο, τον Μορέτο. Μορέτο

    λέγανε και το παιδί που έφερνε τη σπέζα.
    “Και πως δεν τα μπερδεύτε! ” Λέγανε στην Ντάντα. 
    “Αδιάφορον” έλεγε εκείνη πάλι.
    “Καπνίζεις Ντάντα μου πολύ” της λέγανε.
    “Αδιάφορον ” τους απαντούσε.
    “Μα και δεν τρως” της εψιθύριζαν και εκείνη έλεγε σιγά “εσείς που τρώτε να προσέχετε”!

    Η Ντάντα ή κάπνιζε ή έπλεκε. Χειμώνα καλοκαίρι στην ίδια πολυθρόνα. Τα καλοκαίρια μετέφερε  την πολυθρόνα στην Δασιά, την έβαζε δίπλα σ’ εκείνη της φίλης της της Σάφως και ενώ η Σάφω έκανε με την βεντάλια φρέσκο η Ντάντα έπλεκε και κάθε τόσο σταματούσε να καπνίσει .

    Η Σάφω δεν μίλαγε και η Ντάντα δεν έλεγε αδιάφορον.
    Μαζί της είχε και την εγγονή. Το παιδί έπιασε μια μέρα ένα μεγάλο φίδι. “Νόνα, κοίτα” της είπε και το κράτησε μπροστά της να το δει.
    “Αδιάφορον” της φώναξε “βάλτο εκεί που το βρήκες” .

    Ο άνδρας της Ντάντας πέθανε, που τονε κατεβάσανε στην Πάτρα από γαστροραγία.
    “Αδιάφορον” είπε όταν την ρώτησαν πόσα χρόνια ήταν μαζί του, μα έβαλε τα μαύρα και δεν τα έβγαλε ποτέ.

    Η Ντάντα είχε και δύο κόρες εκτός από τον γιό που επερπάτησε στην Ρουμανία, όταν επήγε να ιδεί την αδελφή της που έκλαιγε μακριά από τσου Κορφούς.
    Δεν μοιάζουν Ντάντα οι θυγατέρες σου!
    “Αδιάφορον, σας είπα”, απαντούσε.

    Η μία κόρη της κοντή και παχουλή συνέτρεχε τους πάντες. Η άλλη όμορφη πολύ ήταν αδύνατη και τρυφερή μα έντενε στην ομορφιά της.
    Η κόρη της Ντάντας η παχουλή αρρώστησε και πέθανε κάνοντας την Ντάντα να ρωτάει τον Άγιο που τον ήξερε καλά γιατί της πήρε από τη ζωή το μόνο πράγμα που δεν της ήταν αδιάφορο.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Οι λέξεις που αγρίως μας ξυλοκοπούν

    Γράφει η Μαρία Κ. Το αδιόρατο, το μικρόTο ασήμαντο που...

    Δε βαριέσαι, εγώ ήξερα γιατί!

    Γράφει η Μαρία Κ. Έλα να σε βάλω εδώ στη...

    Ποιος έχει δίκιο;

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης Η καμπάνα του Αι Νικόλα...

    Βιασμός στο πλατό (trailer)

    Κριτική παρουσίαση της κινηματογραφικής ταινίας «Ο κακός ηθοποιός» από...
    -- Διαφήμιση --